Το επίγραμμα αρχικά χρησιμοποιήθηκε ως επιτάφια επιγραφή. Αποτελείτο από δύο στίχους, ο πρώτος σε δακτυλικό εξάμετρο, το μέτρο των ηρωικών ομηρικών επών και ο δεύτερος σε δακτυλικό πεντάμετρο, το στίχο της ελεγείας, του θρήνου. Ως λογοτεχνικό είδος το επίγραμμα μετά από μακριά πορεία αναπτύχθηκε κατά τον 6ο και τον 5ο π.Χ. αιώνα, όταν γράφηκαν σύντομα επιγράμματα για τη διάδοση πρακτικών φιλοσοφικών και ηθικών ιδεών, με τη μορφή γνωμικών ή χαράχθηκαν σε τάφους. Τέτοια επιγράμματα υψηλού περιεχόμενου έγραψαν οι άριστοι, από τους ποιητές της αρχαιότητας, όπως ο Αρχίλοχος, η Σαπφώ, ο Ανακρέων, ο Ευριπίδης και κυρίως ο Σιμωνίδης ο Κείος, ο οποίος ώθησε το είδος αυτό της ποίησης σε ύψιστη τελειότητα και αναδείχθηκε ο άριστος των επιγραμματοποιών.
Τα επιγράμματά του, που αναφέρονται στους νικηφόρους αγώνες των Ελλήνων κατά των Περσών, έκαναν τη φήμη του πανελλήνια.
Δικά του είναι: Το επίγραμμα προς τιμήν των Σπαρτιατών του Λεωνίδα που έπεσαν στις Θερμοπύλες:
“ᾮ ξεῖν’ ἀγγέλλειν Λακεδαιμονίοις ὅτι τῇδε κείμεθα, τοῖς κείνων ρήμασι πειθόμενοι”.
Το επίγραμμα προς τιμήν των Μαραθωνομάχων:
“Ἑλλήνων προμαχοῦντες Ἀθηναῖοι Μαραθῶνι χρυσοφόρων Μήδων ἐστόρεσαν δύναμιν”.
Με την πάροδο του χρόνου δημιουργήθηκαν επιγράμματα που χρησιμοποιήθηκαν ως αφιερώματα σε θεούς και ήρωες, σε ανδριάντες νικητών αγώνων και προπάντων σε ιδιωτικά επιτάφια μνημεία, από τα οποία ανακαλύφθηκαν πολλά χαραγμένα σε λίθους, διαφόρων εποχών και διάφορης ποιητικής αξίας και συνεχίζουν να ανευρίσκονται σε τακτικές αρχαιολογικές ανασκαφές. Με την πρόφαση όμως του επιταφίου γράφτηκαν εκατοντάδες επιγράμματα χωρίς βέβαια να προορίζονται για επιτάφιες επιγραφές. Έτσι το επίγραμμα πλούτισε ως προς το περιεχόμενό του, και έγινε ερωτικό, αφιερωματικό, σατυρικό, επιδεικτικό. Η αλλαγή με τον καιρό προχώρησε βαθύτερα κι εκτός από την διεύρυνση των θεμάτων άλλαξε κι ο τρόπος έκφρασης. Γενικά στα επιγράμματα της ελληνιστικής περιόδου εμφανίζεται μια κομψότητα και χάρη (κυρίως στα ερωτικά) καθώς και μια έμφαση σε καθημερινά θέματα.
Κατά την Αλεξανδρινή περίοδο επίσης το επίγραμμα έγινε όργανο εκδήλωσης κρίσεων για ποιητές, τεχνίτες, για έργα τέχνης, καθώς και ειρωνικά και σατιρικά λογοπαίγνια λογίων. Κατά τη ρωμαϊκή εποχή, το επίγραμμα πήρε κυρίως σατιρικό χαρακτήρα και διέπρεψε στο είδος αυτό ο Μαρτιάλιος. Τον σατιρικό χαρακτήρα του ρωμαϊκού επιγράμματος υιοθέτησαν και οι νεότερες ευρωπαϊκές λογοτεχνίες.
Κατά τη βυζαντινή περίοδο επίσης καλλιεργήθηκε το επίγραμμα. Αλλά και μετά την άλωση ο βυζαντινός κόσμος διατήρησε το επίγραμμα με τους όρους που καλλιεργούνταν στην αρχαιότητα, ίσως και σε μεγαλύτερη ποικιλία. Δεν υπήρξε βυζαντινός συγγραφέας που να μην έγραψε επιγράμματα κι ο πιο διάσημος από αυτούς ήταν ο ποιητής Μανουήλ Φιλής. Παράλληλα όμως με τα επιγράμματα των βυζαντινών λογίων, έχουμε και τα λαϊκά ρητά της βυζαντινής επιγραμματικής ποίησης. Μπορούμε να πούμε ότι δεν υπήρξε τελετή ή επανάσταση, εκστρατεία ή πολιορκία στο Βυζάντιο που να μη συνοδεύθηκε από τον επιγραμματικό οίστρο του βυζαντινού λαού.
Τα δίστιχα ακολουθούν τους κανόνες του δημοτικού τραγουδιού. Δεκαπεντασύλλαβος, τέλεια νοηματικά ημιστίχια, πλούσια, ζωγραφική γλώσσα και έκφραση, πλούσια ρίμα. Παρατίθενται από το πλήθος των δίστιχων με ερωτικό περιεχόμενο που έχουν γραφτεί, κάποια από την Κρήτη και την Ανατολική Θράκη.
Από Κρήτη
Ι. Μελαχροινή μου Κύπερη, δάφνη μου μυρισμένη,
η νιότη μου στα χέρια σου είναι παραδομένη.
ΙΙ. Ψιλομελαχροινάκι μου, όποιος σου βρη ψεγάδι,
δίχως λιβάνι και κερί να κατεβή στον Άδη.
ΙΙΙ. Ξανθά σγουρά ‘χεις τα μαλλιά και ρίχνεις τα στσι πλάτες
κι είσαι και καπετάνισσα μέσα στσι μαυρομάτες.
ΙV. Άσπρη λαμπάδα τω Φωτώ, κερί τω Χριστουγέννω,
μοναχογιέ τση μάννας σου, ως πότε θ’ ανημένω;
Από την Ανατολική Θράκη
Ι. Ο έρωτας τον άνθρωπο πώς τον gατασκευάζει,
καρδιά σα dο τριαντάφυλλο τη gάνει να χτικιάζη.
ΙΙ. Κοιμήθηκα και ξύπνησα και κούbησα στον τοίχο
και ξέχασα τα λόγια μου, πού ‘χα να σου συνdύχω.
ΙΙΙ. Αγάπα με, να σ’ αγαπώ και θέλε με να θέλω,
γιατί θε νά ‘ρτ’ ένας καιρός, να θέλης, να μη θέλω.
IV. Γ-ούλο το gόσμο γύρισα, Ανατολή και Δύση,
σα dο δικό σου το κορμί δε γ- ηύρα κυπαρίσσι.